Η ψήφιση της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής από την Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο ας γίνει αφορμή για την υιοθέτηση μιας «εθνικής αλιευτικής πολιτικής», δηλώνει ο Ευρωβουλευτής της ΝΔ, Ιωάννης Α. Τσουκαλάς

Με 502 ψήφους υπέρ, 137 κατά και 27 αποχές, ψηφίστηκε χθές από την Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου η αναθεώρηση της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, η οποία περιλαμβάνει μέτρα για την προστασία των απειλούμενων με εξαφάνιση αποθεμάτων και βάζει τέλος στην καταστροφική πρακτική των απορρίψεων. Το Κοινοβούλιο χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τη νομοθετική του δύναμη στις διαπραγματεύσεις της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, στις οποίες συμμετέχει πλέον ως ισοδύναμος συν-νομοθέτης.

«Η χθεσινή μέρα είναι ιδιαίτερα σημαντική για τη χώρα μας, καθώς η Ελλάδα βρίσκεται στις πρώτες ευρωπαϊκές αλιευτικές δυνάμεις και στις πρώτες θέσεις της ΕΕ από πλευράς παραγωγής υψηλής ποιότητας προϊόντων υδατοκαλλιέργειας. Οι Έλληνες αλιείς, οι οποίοι στην πλειοψηφία τους είναι παράκτιοι, βλέπουν την ψαριά τους να μειώνεται μέρα με τη μέρα, μιας και η Μεσόγειος είναι πλέον μια σχεδόν «νεκρή» θάλασσα με περιορισμένα αλιευτικά αποθέματα.

Θεωρώ ότι η υιοθέτηση της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής αποτελεί μοναδική ευκαιρία για την υιοθέτηση μιας μακροπρόθεσμης «εθνικής αλιευτικής πολιτικής» που θα πρέπει να στοχεύει στη βιώσιμη οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ανάπτυξη των νησιωτικών και παράκτιων κοινοτήτων της χώρας και, ουσιαστικά, στη θωράκιση του ελληνικού θαλάσσιου χώρου.
Με τη νέα ΚΑλΠ, η Ευρωπαϊκή Ένωση αναγνωρίζει τα λάθη που έγιναν στο παρελθόν, όπως η πολύχρονη εντατική αλιεία που οδήγησε στη δραματική μείωση πολλών αλιευτικών αποθεμάτων και η ύπαρξη πολλαπλών αναποτελεσματικών διοικητικών επιπέδων διαχείρισης της αλιείας, και προτείνει μια σειρά ιδιαίτερα φιλόδοξων αλλά και αυστηρών μέτρων», τόνισε ο Ευρωβουλευτής της ΝΔ, Καθηγητής Ιωάννης Α. Τσουκαλάς, αναπληρωματικό μέλος της Επιτροπής Αλιείας.

Τα βασικότερα σημεία της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής που υπερψήφισε η Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είναι:

–       η άμεση καταπολέμηση της υπεραλίευσης μέσω ετήσιων ποσοστώσεων που προωθούν την ανοικοδόμηση των εξαντλημένων αποθεμάτων πάνω από τη λεγόμενη «μέγιστη βιώσιμη απόδοση» (δηλαδή τη μέγιστη δυνατή αλίευση αποθεμάτων, η οποία δεν θα βλάπτει μακροχρόνια τον πληθυσμό τους)
–       η υιοθέτηση μακροπρόθεσμων σχεδίων διαχείρισης για κάθε τύπο αλιείας
–       η πλήρης απαγόρευση των απορρίψεων (παράπλευρων αλιευμάτων ή αλιευμάτων μικρής οικονομικής αξίας) και υποχρέωση εκφόρτωσης όλων των αλιευμάτων
–       η περιφερειοποίηση της διαχείρισης της αλιείας, μέσω της συνεργασίας των τοπικών ενδιαφερόμενων μερών εντός ή μεταξύ κρατών μελών
–       η προώθηση της βιώσιμης υδατοκαλλιέργειας
–       η ενίσχυση της συλλογής και της χρήσης επιστημονικών δεδομένων για κάθε τύπο αλιείας, πάνω στα οποία θα βασίζονται οι πολιτικές αποφάσεις.

«Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έδειξε ότι διαθέτει τη θέληση, αλλά πλέον και την ισχύ, για να θεσπίσει μια περισσότερο βιώσιμη Κοινή Αλιευτική Πολιτική, η οποία θα ενδιαφέρεται για τις ανάγκες τόσο του θαλάσσιου περιβάλλοντος, όσο και των αλιέων. Η αναθεώρηση της Κ.Αλ.Π. είναι επιτακτική, αν θέλουμε οι θάλασσες μας να εξακολουθήσουν να είναι πλούσιες σε αλιεύματα και το επάγγελμα του αλιέα να συνεχίσει να υφίσταται. Η μη ευελιξία του ισχύοντος αλιευτικού συστήματος και η πολυπλοκότητα των δομών διαχείρισης κατέληξε σε μη ρεαλιστικές αποφάσεις, που λαμβάνονταν σε απρόσωπα γραφεία στις Βρυξέλλες και αντιμετώπιζαν το θέμα με ομοιογενή τρόπο, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των αλιευτικών ειδών. Αποτέλεσμα: η υπεραλίευση, η υπερβολική γραφειοκρατία, η σπατάλη των διαθέσιμων πόρων και, τελικά, ο κίνδυνος κατάρρευσης της ευρωπαϊκής αλιείας.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σχεδόν το 50% των αλιευτικών αποθεμάτων στον Ατλαντικό και πάνω από το 85% στη Μεσόγειο υπεραλιεύονται. Καινοτόμες μέθοδοι και σύγχρονα εργαλεία αλίευσης καθώς επίσης και ουσιαστική αλιευτική έρευνα αποτελούν στοιχεία, τα οποία ο τομέας έχει άμεση ανάγκη. Μόνο, με αυτόν τον τρόπο, μπορεί να διασφαλιστεί η ύπαρξη υγιών και επαρκών αλιευτικών αποθεμάτων και η ευημερία των αλιέων, οι οποίοι βλέπουν τις τιμές των προϊόντων τους να αγγίζουν τα ύψη, χωρίς όμως να υπάρχει αντίστοιχη αύξηση των κερδών τους.
Προσωπικά θεωρώ ιδιαίτερα σημαντική την τεχνοκρατική προσέγγιση της διαχείρισης της αλιείας, με βάση επιστημονικά στοιχεία και μεθόδους που θα αποτελέσουν τη βάση εκπόνησης βιώσιμων πολιτικών. Και για τον σκοπό αυτό, με σχετική γνωμοδότηση μου στην Επιτροπή Αλιείας, έχει ζητηθεί η ενίσχυση και ο συντονισμός της θαλάσσιας έρευνας, ένα πεδίο στο οποίο διεθνώς η Ελλάδα εμφανίζει εξαιρετικές επιδόσεις.», κατέληξε ο κ. Τσουκαλάς.