Ελάχιστα πρέπει να είναι πια τα σβηστά τζάκια σε όλη την Ελλάδα.
Το κλείσιμο του καλοριφέρ και η στροφή του κόσμου σε εναλλακτικά καύσιμα για τη θέρμανση των σπιτιών αυξάνονται ραγδαία. Ο υπερδιπλασιασμός του ειδικού φόρου στο πετρέλαιο θέρμανσης δεν μείωσε μόνο δραματικά την κατανάλωση, αλλά κατέδειξε και μια άλλη πραγματικότητα: Τα σκληρά κυβερνητικά μέτρα που κάθε τόσο απευθύνονται στους… συνήθεις υπόπτους δεν πρόκειται να αποδώσουν τα αναμενόμενα.

Οπως συμβαίνει τώρα με το πετρέλαιο θέρμανσης, οι πωλήσεις του οποίου εμφανίζουν πτώση 50% ακόμη και στις επαρχίες της Β. Ελλάδας, οι πολίτες θα βρίσκουν συνεχώς νέους τρόπους -προφανώς όχι ιδιαίτερα βολικούς-, για να αποφεύγουν κάθε νέα «παγίδα» υφαπαργής των λιγοστών χρημάτων, που έχουν απομείνει στα ελληνικά νοικοκυριά. Αλλωστε, πενία τέχνας κατεργάζεται…

Είναι χαρακτηριστική η διαπίστωση του Μ. Κιούση, προέδρου της Ομοσπονδίας Βενζινοπωλών Ελλάδος: «Η μείωση κατανάλωσης είναι κάθετη. Στην περιφέρεια ξεπερνά το 50% και στα αστικά κέντρα το 25%. Οι κυβερνητικοί εγκέφαλοι υπολογίζουν ότι τον επόμενο χρόνο, με την εξίσωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης του πετρελαίου θέρμανσης και κίνησης, θα προκύψουν περί τα 269 εκατομμύρια ευρώ από την είσπραξη των φόρων, που σημαίνει πώληση 6.200 χιλιάδων χιλιόλιτρων. Εγώ λέω ότι είναι ζήτημα αν το ερχόμενο φθινόπωρο θα πουληθούν 120 χιλιάδες χιλιόλιτρα. Ο κόσμος δεν αγοράζει πια πετρέλαιο, μ’ αυτές τις τιμές».

«Μιλάμε για πτώση που φτάνει το 60%» θα προσθέσει ο Γ. Μαγλουσίδης, αντιπρόεδρος, που μας δίνει την εικόνα από τη Β. Ελλάδα, καθότι η επαγγελματική έδρα είναι στο Κιλκίς. «Ο κόσμος βολεύεται με καυσόξυλα και φυσικά ό,τι δέντρο υπάρχει, σημαδεύεται και… “εκτελείται”. Ολα τα βυτία που έχουμε, κάθονται. Ακόμη και στα σχολεία που πάω, έχουν περιορίσει την κατανάλωση.Οι άνθρωποι πορεύονται με ξυλόσομπες, ενεργειακά τζάκια, με οτιδήποτε άλλο, εκτός από πετρέλαιο».

Τα λεγόμενά του επιβεβαιώνονται κι από έναν άλλο επιχειρηματία. Ο Γ. Κασκαλίδης, ιδιοκτήτης εταιρείας ξυλεμπορίας, λέει ότι ο αριθμός της ζήτησης «έχει κυριολεκτικά ξεφύγει. Κυμαίνεται κατά μέσον όρο στο 80%. Και λέω 80%, γιατί τις χειρότερες μέρες, η αύξηση της πελατείας σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές είναι 50%, ενώ τις “καλές” ξεπερνάει το 100%».

Την ίδια εικόνα -ίσως μεγεθυσμένη- δίνει και ο Μιχ. Ισαακίδης, πρόεδρος του Σωματείου Ξυλεμπόρων Δράμας: «Υπάρχει μία τρομερή ζήτηση για καυσόξυλα πάνω από 100%. Κυριολεκτικά, δεν προλαβαίνουμε να πουλάμε. Κι είναι τόσο μεγάλη η ζήτηση, που εισάγουμε από Αλβανία και Βουλγαρία. Για τα πέλετς (βιοκαύσιμο από υπολείμματα επεξεργασίας ξύλου και αγροτικών καλλιεργειών), τι να πω. Η ζήτηση είναι 500% πάνω. Ακόμη και οι βιομηχανίες πέλετς έχουν σηκώσει τα χέρια ψηλά. Δικό μου φορτηγό, περίμενε δέκα μέρες για να φορτώσει».

Βεβαίως, στη δίνη της κρίσης, δεν απευθύνονται όλοι στις επιχειρήσεις ξυλεμπορίας. Ολοένα αυξάνονται οι καταγγελίες από περιβαλλοντικές οργανώσεις, για παράνομη ξύλευση, και ανεξέλεγκτη αποψίλωση των δασικών οικοσυστημάτων, όχι μόνο από οργανωμένες ομάδες, αλλά κι από αδύναμους οικονομικά πολίτες, οι οποίοι ψάχνουν τρόπους να ζεστάνουν τα σπίτια τους και τις οικογένειές τους.

Το φαινόμενο ξεκίνησε από τη Β. Ελλάδα, αλλά όπως μας λέει ο πρόεδρος της Ενωσης Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων, Νίκος Μπόκαρης, έχει επεκταθεί στο σύνολο του ορεινού όγκου.Τα δασαρχεία από την άλλη πλευρά, εξαιτίας της περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής, (μείωση των οδοιπορικών, υπερωριακής απασχόλησης κ.λπ.) δεν μπορούν να διαθέσουν προσωπικό με στόχο την επιτήρηση και τον έλεγχο τις απογευματινές ώρες, τις ώρες δηλαδή που κυρίως επιχειρείται η παράνομη ξύλευση. Να σημειωθεί, ότι οι νόμιμες εργασίες υλοτόμησης ανατίθενται στα δασαρχεία μέσω της Κρατικής Εκμετάλλευσης Δασών (ΚΕΔ). Αυτά με τη σειρά τους, έχοντας λάβει τους προϋπολογισμένους οικονομικούς πόρους, αναθέτουν στους δασικούς συνεταιρισμούς την υλοτόμηση.

Ομοίως, αυξάνεται κατακόρυφα η ζήτηση για την κατασκευή ενεργειακών τζακιών, ενώ ήδη ξεκίνησαν σε πολυκατοικίες οι αντικαταστάσεις των καυστήρων πετρελαίου από καυστήρες πέλετς. Ο Δημήτρης Ανδριόπουλος, ιδιοκτήτης εταιρείας συστημάτων θέρμανσης, τονίζει ότι ο «κόσμος θέλει να απαγκιστρωθεί από το πετρέλαιο θέρμανσης». Μας εξηγεί ότι μπορεί ένα συμβατικό τζάκι να μετατραπεί σε ενεργειακό τζάκι και με μια ειδική εγκατάσταση (αεραγωγούς) να αποτελέσει ένα ολοκληρωμένο σύστημα θέρμανσης για όλο το σπίτι. Τη φετινή χρονιά η ζήτηση για ενεργειακά τζάκια αυξήθηκε κατά 60% και το μεγαλύτερο ποσοστό αφορά μετατροπή τζακιών από συμβατικά σε ενεργειακά. Βαίνει συνεχώς αυξανόμενο το ενδιαφέρον για αλλαγή του λέβητα πετρελαίου σε πέλετς ή ξύλου. Ενώ εντυπωσιακή άνοδο σημειώνουν οι σόμπες που καίνε πέλετς, αλλά και οι ξυλόσομπες: «Εχει δημιουργηθεί μια κατάσταση ρευστή και τραγική ταυτόχρονα. Είναι πια πάρα πολλές οι πολυκατοικίες στις οποίες υπάρχουν ένοικοι που δεν έχουν να πληρώσουν το πετρέλαιο θέρμανσης. Ετσι, οι υπόλοιποι δεν μπορούν να επωμιστούν το κόστος κι αυτών που δεν πληρώνουν. Λαμβάνουν λοιπόν αποφάσεις του τύπου ότι ο λέβητας δεν ξανανάβει, και ο καθένας μόνος του ας μεριμνήσει για να λύσει το πρόβλημά του».

Στα πλεονεκτήματα μιας τέτοιας επιλογής θέρμανσης ο κ. Ανδριόπουλος συγκαταλέγει τα εξής: «Το σημαντικότερο όλων είναι, ότι αφ’ ενός μπορεί κανείς να εξασφαλίσει επαρκές επίπεδο θέρμανσης για το σπίτι του και αφ’ ετέρου, μέσα σε δύο με τρία χρόνια, ο αγοραστής κάνει απόσβεση της αξίας του προϊόντος, λόγω του χαμηλού κόστους της καύσιμης ύλης».

Ανάλογα με τετραγωνικά και τις ανάγκες θέρμανσης που θέλει κανείς να καλύψει, το κόστος μετατροπής ενός συμβατικού τζακιού σε ενεργειακό κυμαίνεται από 1.700 έως και 4 χιλ. ευρώ. Μία νέα εγκατάσταση μπορεί να κοστίζει από 2,5 χιλ. ευρώ Οι τιμές στις σόμπες πέλετς ξεκινούν από 1.100 ευρώ και φτάνουν τις 4 με πέντε χιλιάδες, ενώ οι ξυλόσομπες από 300 ευρώ και φτάνουν επίσης στην προαναφερθείσα τιμή.
Της ΝΤΙΝΑΣ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ -ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ