Η απολογία του 35χρονου δράστη που ξάφνιασε και εξόργισε δικαστές και ακροατήριο – Επικαλέστηκε «κενά» μνήμης, ενώ μέχρι και την αναγγελία της καταδικαστικής απόφασης δεν παραδέχτηκε ότι ήταν εκείνος που τη σκότωσε.

Γύρω στις 13:30 ξεκίνησε σήμερα Δευτέρα 08/10 η απολογία του κατηγορούμενου 35χρονου Ευστάθιου Ευσταθίου ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Κοζάνης σχετικά με την εκδίκαση τής πολύκροτης υπόθεσης της δολοφονίας της νεαρής Ανδριάνας Γαρδικιώτη (τον περασμένο Δεκέμβριο στη Καστοριά), που συγκλόνισε το πανελλήνιο.  Αρχικά, ο 35χρονος, που κρίθηκε ένοχος με την ποινή της  ισόβιας κάθειρξης για το βασικό αδίκημα της  ανθρωποκτονία εκ προθέσεως , προσπάθησε να υπερασπιστεί τον εαυτό του όχι για την υπό κρίση υπόθεση, αλλά για τα όσα είχαν ακουστεί προηγουμένως από την πλευρά της πολιτικής αγωγής,  που σχετίζονταν με την εμπλοκή του σε υπόθεση – κατά το παρελθόν – παιδικής πορνογραφίας (κατοχή υλικού).

«Ουδεμία σχέση έχω με παιδική πορνογραφία», ανέφερε ο 35χρονος,  ζητώντας από το δικαστήριο να μην εκληφθεί η συγκεκριμένη κατηγορία ως επιβαρυντικό στοιχείο στην υπόθεση της δολοφονίας της άτυχης φοιτήτριας. Στη συνέχεια αναφέρθηκε στον τρόπο με τον οποίο γνώρισε την Ανδριάνα, περιγράφοντας τη σχέση τους ως «ελεύθερη» και «ανοιχτή». Ανέφερε χαρακτηριστικά: «Από την αρχή είχαμε πει ότι θα έχουμε ανοιχτή σχέση, αλλά συγχρόνως να υπάρχει σεβασμός και από τις δύο πλευρές. Δηλ. σε περίπτωση που κάποιος από τους δυο επιθυμούσε να έχει κάποια ερωτική σχέση με τρίτο άτομο, θα έπρεπε να το πει στον άλλο»,  δικαιολογώντας έτσι  τις αναφορές του περί αμοιβαίου «σεβασμού».

«Δε με φοβόταν η Ανδριάνα»!

«Επειδή ακούστηκε στην αίθουσα ότι με φοβόταν η Ανδριάνα, να πω ότι σε εμένα δεν είχε δείξει κάτι τέτοιο. Από καθαρά επαγγελματικούς λόγους δεν κάναμε γνωστή τη σχέση μας, γι’ αυτό είχαμε συστηθεί σε όλους σαν ξαδέρφια. Και αυτό ήταν συναπόφασή μας»

Για το περιστατικό που προηγήθηκε της δολοφονίας και λεγόταν από φιλικούς κύκλους του θύματος, πως είχε πάει σπίτι της, προκαλώντας διάφορες ζημιές, ρίχνοντας μάλιστα και ασετόν στα καλλυντικά της επειδή του είχε πει να χωρίσουν

 «Εκείνη την ημέρα δε μου ζήτησε η Αδριάνα να χωρίσουμε όπως ακούστηκε. Απλά είχαμε ένα «σκάλωμα» από ανούσιο εγωισμό, με αποτέλεσμα να μη θέλει να μου μιλήσει. Ξεκίνησα από τη Θεσσαλονίκη να πάω να τη βρω, αλλά η Αντριάνα εκείνο το βράδυ δεν ήταν σπίτι. Δε γνωρίζω ποιος είχε βάλει ασετόν στα καλλυντικά της, πάντως δεν ήμουν εγώ αυτός. Παραδέχομαι ότι είχα γράψει στο μαγιό της Ανδριάνας (όπως είχε αναφερθεί από τους μάρτυρες κατηγορίας, κάποιο σεξουαλικό υπονοούμενο) , αλλά μόνο αυτό».

Φάνηκε σα να ήθελε να εκδικηθεί και τη συγκάτοικο της Ανδριάνας

Εντύπωση προκάλεσαν οι αναφορές του δράστη στη σχέση της Ανδριάνας και της συγκατοίκου της, Στέλλας, την οποία κατηγόρησε ότι το τελευταίο διάστημα δεν διατηρούσε καλές σχέσεις με το θύμα, ισχυριζόμενος μάλιστα πως η τελευταία  είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον και για τον ίδιο, προκαλώντας ακόμη περισσότερο τη δυσφορία και την απογοήτευση της άτυχης φοιτήτριας στο πρόσωπό της.

«Δεν πρέπει να το έχω κάνει εγώ»

Ο δράστης της δολοφονίας της άτυχης φοιτήτριας, επαναλάμβανε διαρκώς τη φράση: «Δεν πρέπει να το έχω κάνει εγώ», ενώ η απολογία του δεν είχε μια φυσιολογική χρονικά ροή, γεγονός που ανάγκασε και την πρόεδρο του δικαστηρίου να προβεί στη σχετική επισήμανση. Ήταν ιδιαίτερα ομιλητικός, έδειχνε σιγουριά και ψυχραιμία, εκτός από δύο φορές που ξέσπασε σε κλάματα.

Οι φωτογραφίες στο  facebook και το ηλεκτρονικό μήνυμα: «Λυπάμαι και συγγνώμη… ό,τι έγινε πλέον δεν αλλάζει… σε αγάπησα… σε αγαπάω και θα συνεχίσω να σε αγαπάω Μάου μου!!»

«Οι φωτογραφίες που ανέβασα στο facebook δεν ήταν προκλητικές. O στόχος μου ήταν να κοινοποιήσω το τη σχέση μας και τίποτα άλλο. Με το θα σε αγαπάω πάντα και τ’ ότι έγινε πλέον δεν αλλάζει, εννοούσα ότι πλέον η σχέση μας έχει γίνει γνωστή και ότι και να γίνει από εδώ και πέρα εγώ θα την αγαπώ. Δεν γνώριζα όταν τα έγραφα ότι η Ανδριάνα είχε πάθει κακό».

Τι έγινε το μοιραίο βράδυ και το «ύποπτο» αυτοκίνητο που σταμάτησε κοντά στο δικό τους

«Eκείνο το βράδυ θα πηγαίναμε να πάρουμε τα πράγματα από το σπίτι της γιατί θα μετακόμιζε. Θα ερχόταν ένα φορτηγάκι. Πήγαμε να κάνουμε μια βόλτα γύρω στις 22:00, πήραμε κάτι από τα Goodys και φύγαμε. Kάναμε δύο φορές το γύρο της λίμνης και μετά σταματήσαμε σε κάποιο σημείο. Δεν υπήρξε καμιά ένταση μεταξύ μας. Την επόμενη μέρα μάλιστα θα πηγαίναμε μαζί στο γυναικολόγο για να κάνει μια εξέταση. Είχαμε κατεβασμένα τα παράθυρα και καπνίζαμε, ενώ είχα βάλει το μπουφάν στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου για να αποφύγουμε τυχόν περίεργα μάτια. Πάντα έτσι κάναμε. Εκείνη την ώρα εμφανίστηκε ένα άλλο αυτοκίνητο σε απόσταση 100-150 μέτρων, κλείνοντας τα φώτα. Δε θυμάμαι τίποτα περισσότερο».

Γιατί ομολόγησε την πράξη του στην ανακρίτρια

«Ο λόγος περί δολοφονίας για απιστία που γράφτηκε ότι κατέθεσα στην ανακρίτρια ήταν γιατί ήμουν πολύ κουρασμένος, άυπνος και ήθελα να τελειώνω με τη διαδικασία. Δε ξέρω αν εκείνο το βράδυ ήρθε κάποιος άλλος σάτυρος, ο οποίος ακούει τώρα και γελάει και εξαιτίας της ομολογίας μου έστρεψα αλλού τις έρευνες. Δεν πρέπει να το έχω κάνει εγώ, γιατί την αγαπούσα».

Για τη φήμη που κυκλοφορούσε ότι και σε μια προηγούμενη σχέση του, προσπάθησε να πνίξει την κοπέλα του

«Αυτό που ακούστηκε από κάποια από τους μάρτυρες, ότι δηλαδή είχα προσπαθήσει να πνίξω στην μπανιέρα μια πρώην κοπέλα μου, είναι ψέματα. Απλά επειδή είχα «πάει» και με την αδερφή της, γι’ αυτό και είπαν ότι πήγα να την πνίξω στο μπάνιο. Κάτι έπρεπε να πουν για την αιτία που χωρίσαμε.

 Γιατί πέταξε τα ρούχα του που ήταν γεμάτα αίματα και γιατί απαντούσε από το κινητό της Αδριάνας για λογαριασμό της

«Δεν ήθελαν να τρομοκρατηθούν οι γονείς μου γι’ αυτό πέταξα τα ρούχα μου στη Θεσσαλονίκη. Για να μη νομίσουν ότι είχα μαλώσει με κάποιους και τους αναστατώσω. Απαντούσα στα μηνύματα από το κινητό της Ανδριάνας, δεν ήθελα να δώσω περαιτέρω «τροφή» για σχόλια. Δεν ήθελα να αποφύγω κάτι, ούτε έκρυβα κάτι. Αν είχα διαπράξει το έγκλημα θα είχα φύγει με ένα αυτοκίνητο γεμάτο αίματα ή θα κρατούσα το κινητό της, με τον κίνδυνο να εντοπιστώ»;»

Γιατί δε σταμάτησε στον έλεγχο των αστυνομικών

«Δε σταμάτησα στον έλεγχο των αστυνομικών γιατί δεν είχα διάθεση να μιλήσω σε κανέναν. Εγώ πάντα σταματάω σε τέτοιους ελέγχους, αλλά εκείνη την ημέρα με έπιασε μια σύγχυση. Όταν έφτασα στο νοσοκομείο δε θυμόμουν ούτε το όνομά μου, ούτε της μητέρας μου, ούτε του πατέρα μου. Δεν είχα να μιλήσω σε κανέναν, γι’ αυτό είπα αυτά που είπα. Ήθελα να αυτοκτονήσω και μάλιστα είχα βάλει στο «μάτι» και το παράθυρο του δωματίου στο νοσοκομείο».

 

Το γράμμα στην οικογένεια της Ανδριάνας για «σύμπραξη»!

«Οι αστυνομικοί μου περιέγραψαν κάτι το οποίο ως βίωμα δεν το έχω στο μυαλό μου. Θέλω σύμπραξη με την οικογένεια της Ανδριάνας, γι’ αυτό και έστειλα γράμμα στην οικογένειά της …για να βρούμε τους ενόχους. Αν το έχω κάνει εγώ καταδικάστε με. Δεν πιστεύω όμως ότι το έχω κάνει εγώ. Μπορείτε να με βοηθήσετε; Είναι δυνατόν να θέλω να είμαι με έναν άνθρωπο και να του κάνω κακό»; (ξεσπά σε κλάματα)

Σκληρό προαγωγό χαρακτήρισε τον 35χρονο δράστη της δολοφονίας η πολιτική αγωγή

Ως σκληρό προαγωγό που το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν η ανθρώπινη σάρκα, γιατί αυτός ήταν ο κύριος σκοπός του και στην υπόθεση της Ανδριάνας, χαρακτήρισαν οι συνήγοροι της πολιτικής αγωγής τον 35χρονο ένοχο της δολοφονίας. Επιπροσθέτως, χαρακτήρισαν τη συμπεριφορά του ως εξοργιστική,  βάση  των στοιχείων της δικογραφίας και των όσων ο ίδιος ισχυρίστηκε κατά τη σημερινή απολογία του.

Τι ζήτησε ο συνήγορος υπεράσπισης

Να κριθεί κατά συνείδηση και με το ελαφρυντικό της ψυχικής ορμής, ζήτησε από το δικαστήριο ο συνήγορος υπεράσπισης, λέγοντας πως αν ο 35χρονος είχε προμελετημένη τη δολοφονία, δε θα άφηνε τα αιχμηρά αντικείμενα στο σώμα της, ούτε θα κυκλοφορούσε με ένα αυτοκίνητο γεμάτο αίματα.

Οι αντιφάσεις του 35χρονου δολοφόνου

1η) Ο 35χρονος είχε αναφέρει κατά τη διάρκεια της απολογίας του ότι δε γνώριζε ότι είχε το κινητό της Ανδριάνας στο αυτοκίνητό του και πως αυτό έγινε αντιληπτό όταν άρχισε να αναβοσβήνει επειδή τελείωνε η μπαταρία. Το ερώτημα βέβαια είναι πως μπορούσε να απαντά στα μηνύματα των γνωστών και φίλων της Αδριάνας, μετά τη δολοφονία, υποκρινόμενος ότι ήταν εκείνος, ενώ το κινητό δεν είχε πολύ μπαταρία.

2η) Ενώ επικαλούνταν διαρκώς «κενά» μνήμης μέχρι και την νοσηλεία του στο νοσοκομείο, την ίδια ώρα, κατά την απολογία του, ανέφερε με ιδιαίτερη ακρίβεια την σακούλα που είχε πετάξει σε κάδο στη Θεσσαλονίκη, λέγοντας ότι ήταν του super market  Αρβανιτίδης.

Σημείωση: Tα λόγια του δράστη σε κάποια σημεία του συγκεκριμένου δημοσιεύματος, δεν είναι αυτολεξεί, όμως δεν παραποιούν την ουσία των λεγομένων του.kozan.gr